Ο λόγος περί του κέιλ (kale), κοντινού συγγενή του άγριου λάχανου, που έχει τρυπώσει μέσα σ’ όλες τις κουζίνες, τα μενού των εστιατορίων, γι αυτό έχουν γραφτεί εκατοντάδες συνταγές και βιβλία μαγειρικής, έχουν γίνει τηλεοπτικές εκπομπές, σελέμπριτι, όπως η Γκουίνεθ Πάλτροου, ορκίζονται στις ευεργετικές του ιδιότητες και έχει τυπωθεί ακόμα και σε δεκάδες t-shirt από φανατικούς vegans. Τσιπς από κέιλ, σμούθι, σαλάτες, μαγειρευτά, κέικ… δεν υπάρχει τίποτα που να μην μπορείς να βάλεις λίγο κέιλ μέσα.

Με λίγα λόγια το κέιλ (kale) από ένα απλό λαχανικό μετατράπηκε σε υπερτροφή. Έχει γίνει άρθρο στους New York Times, το περιοδικό γεύσης Bon Appétit το ανήγαγε σε λαχανικό της χρονιάς για το περασμένο έτος, η Guardian και η Telegraph έχουν δημοσιεύσει πολλάκις έρευνες και γνώμες σχετικά με αυτό. Πως όμως ξεκίνησε όλη αυτή η μόδα και κυρίως που οφείλεται αυτή η κατακόρυφη άνοδος στη δημοτικότητά του; Αν και πρόκειται για ένα είδος λαχανίδας που το γενετικό της υλικό ομοιάζει με τα μπρόκολα, τα λαχανάκια Βρυξελών και τα κουνουπίδια, η θρεπτική αξία του κέιλ τα ξεπερνά όλα με διαφορά. Όπως έχει καταγραφεί από μελέτες μπορεί να βοηθήσει στην ενδυνάμωση των οστών αφού περιέχει τεράστιες ποσότητες ασβεστίου κι ας μην ανήκει στα γαλακτοκομικά ενώ ταυτόχρονα είναι εξαιρετική πηγή αντιοξειδωτικών και αντικαρκινικών ουσιών. Περιέχει περισσότερο β-καροτένιο από το σπανάκι και περίπου διπλάσια ποσότητα ωχρίνης, τη μεγαλύτερη από οποιοδήποτε άλλο λαχανικό. Ανήκει στην οικογένεια των σταυρανθών, γεγονός που του προσδίδει τις αντικαρκινικές ουσίες ινδόλες που συντελούν στη ρύθμιση των οιστρογόνων και καταπολεμούν τον καρκίνο του εντέρου. Κατέχει πολύ υψηλή θέση στον κατάλογο με τις τροφές που προστατεύουν από τον καρκίνο καθώς και από πολλές ακόμα παθήσεις. Η δε μεγάλη του περιεκτικότητα σε φυτικές ίνες και οι μηδενικές του θερμίδες το καθιστούν σε απόλυτο ρυθμιστή της πέψης και μια εξαιρετική επιλογή για όσους κάνουν δίαιτα και ακολουθούν ένα πιο υγιεινό διαιτολόγιο.