Το βαλσαμόχορτο χρησιμοποιείται από άτομα με έντονη ευερεθιστικότητα, για άλγη νευρικής φύσεως, για μυϊκό ρευματισμό, ισχιαλγία, νευρικότητα και/ή κατάθλιψη κατά την έμμηνο ρύση. Έχει αντιβακτηριδιακές ιδιότητες ενάντια στην Bordetella pertussis (προκαλεί κοκκύτη), τον χρυσίζων σταφυλόκοκκο, τη shigella και την E.coli (εντεροβακτηρίδιο, προκαλεί ουρολοιμώξεις). Τα εκχυλίσματα έχουν αντιικές ιδιότητες κατά της γρίπης.
Έχει αναφερθεί ότι το εκχύλισμα του βαλσαμόχορτου βελτιώνει συμπτώματα όπως η νευρικότητα, η αϋπνία και η κατάθλιψη. Μια διπλή τυφλή μελέτη με 100 ασθενείς έδειξε ότι το βότανο αυτό είναι πιο αποτελεσματικό από το diazepam. Επίσης, πρόσφατες μελέτες έδειξαν ότι το βαλσαμόχορτο μπορεί να μετριάσει τα συμπτώματα της κατάθλιψης εμποδίζοντας την επαναπρόσληψη των νευροδιαβιβαστών σεροτονίνη, νορεπινεφρίνη και ντοπαμίνη, με αποτέλεσμα αυτοί οι νευροδιαβιβαστές να γίνονται πιο διαθέσιμοι για τον εγκέφαλο. Η hyperforin, ένα συστατικό του βοτάνου, ευθύνεται πιθανά για την ιδιότητα αυτή. Μπορεί επίσης να ανακουφίσει από εποχιακές συναισθηματικές διαταραχές (σύνδρομο SAD).
Μελέτες έδειξαν ότι τα φλαβονοειδή του βαλσαμόχορτου έχουν αναλγητικές ιδιότητες. Το κλάσμα «amento-flavone» του εκχυλίσματος του βαλσαμόχορτου είναι αντιφλεγμονώδες και δρα κατά των ελκών. Μια μελέτη έδειξε μείωση κατά 90% του άλγους που οφείλεται σε δωδεκαδακτυλίτιδα (φλεγμονή του άνω τμήματος του εντέρου) με τη χρήση αυτού του βοτάνου.
Είναι ηρεμιστικό και καταπραϋντικό, ιδιότητες που αποδίδονται στα κλάσματα biflavonoid (φλαβονοειδή). Η υπερισίνη μπορεί επίσης να δράσει ως ηρεμιστικό για το νευρικό σύστημα.